Δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη μου επίσκεψη στο Άγιο Όρος ήταν η πρώτη φορά που θα έμπαινα μέσα με το πρώτο καραβάκι. Τα τελευταία 30 χλμ. της διαδρομής τα μάτια μου έκλειναν και αναγκάστηκα να μειώσω την ταχύτητά μου. Ο δρόμος ήταν σκοτεινός και είχε αλλεπάλληλες στροφές απαιτώντας όλες τις αισθήσεις σε εγρήγορση.
Τελικά κατά τις 6:30 έφτασα στην Ουρανούπολη. Αφού πάρκαρα σε κάποιο στενό κοντά στο λιμάνι και εφοδιάστηκα με το διαμονητήριό μου μπήκα στην «Αγία Άννα». Στις 7:10 περίπου το πλοίο άφηνε το λιμάνι της Ουρανούπολης και άρχισε νωχελικά να κινείται με κατεύθυνση Νοτιοδυτική. Μόλις που άρχισε να χαράζει.

Εδώ σταθμεύουν τα αυτοκίνητα των μονών περιμένοντας να φορτώσουν προμήθειες, το λεωφορείο που πηγαίνει στις Καρυές, και τα πουλμανάκια που μπορούν να μισθώσουν οι προσκυνητές για να μετακινηθούν στο εσωτερικό της Αθωνικής πολιτείας. Στη Δάφνη φτάνει και το κυρίως δρομολόγιο που μεταφέρει τους ταξιδιώτες από την Ουρανούπολη και φτάνει εδώ κατά τις 12 το μεσημέρι.
Λίγο αργότερα φεύγει από εδώ, συνήθως το «Αγία Άννα» για να μεταφέρει τους προσκυνητές στα μοναστήρια της νοτιοδυτικής πλευράς της χερσονήσου. Κανείς μπορεί να φτάσει μέχρι την Έρημο και τα Καυσοκαλύβια που βρίσκονται στο νοτιοδυτικό άκρο του Αγίου Όρους. Στις ρίζες του αγέρωχου Άθωνα που στέκει εκεί άγριος και απόκρημνος στα 2033μ από το ύψος της επιφάνειας της θάλασσας και άλλο τόσο από το πυθμένα της. Είναι λες και ο Θεός ξερίζωσε το βουνό από τον πάτο της θάλασσας και το έστησε εκεί στην άκρη της χερσονήσου, μετατρέποντας αυτό το κομμάτι της Χαλκιδικής σε ένα ιδανικό ησυχαστήριο δίπλα στην πολύβουη τουριστική υπόλοιπη ακτογραμμή της.
Κανείς δεν επιχειρεί τον περίπλου του Άθωνα γιατί ακόμη και το καλοκαίρι που όλη η γύρω θάλασσα είναι λάδι, εδώ γίνεται χαλασμός με έναν περίεργο κυματισμό που αποτρέπει και τους πλέον τολμηρούς. Άλλωστε είναι γνωστό το πάθημα του Ξέρξη που έχασε εκεί σχεδόν το σύνολο του στόλου του οδηγώντας τον την επόμενη φορά να βάλει ρόδες στα πλοία του και να τα περάσει από το στενό πέρασμα στα Νέα Ρόδα.
Τα μοναστήρια της Ανατολικής πλευράς εξυπηρετούνται ακτοπλοϊκώς μέσω Ιερισσού και οδικώς μέσω Καρυών.
Φτάσαμε στη Δάφνη κατά τις 9. Πριν καν αποβιβαστώ είδα το ξάδελφο να ψάχνει μέσα στο πλήθος. Ο πατήρ Ν. είναι μοναχός στην Ι.Μ. Φιλοθέου εδώ και 25 χρόνια.
Μετά τους πρώτους χαιρετισμούς, πήρε τα πράγματά μου και τα έβαλε στην καρότσα ενός υπερυψωμένου διπλοκάμπινου 4Χ4 αγροτικού. Περιμέναμε άλλα 4 άτομα. Έναν κύριο με τους δυο του γιους περίπου 11-12 ετών και έναν νεαρό ακόμη. Ξεκινήσαμε για το μοναστήρι και σε 20 περίπου λεπτά λίγο πριν τις Καρυές βγήκαμε από τον «κεντρικό» δρόμο και πήραμε έναν αγροτικό πιο στενό.
Ο «κεντρικός» δρόμος είναι ένας κακοτράχαλος χωματόδρομος που σε κάποια σημεία του έχει τσιμενταριστεί, ή στρωθεί με πέτρες για να μην γίνει αδιάβατος από τις βροχές. Κανονικά αυτοκίνητα δεν μπορούν να τον περπατήσουν. Θα διαλυθούν. Μόνο 4Χ4 τζιπάκια και αγροτικά ή ειδικά υπερυψωμένα οχήματα μπορούν να κινηθούν αξιόπιστα.

Εδώ βρίσκονται τα γραφεία τόσο της πολιτικής όσο και της μοναστικής διοίκησης του Αγίου Όρους και η Αθωνιάδα σχολή. Το σχολείο του Αγίου Όρους.
Όλη η περιοχή είναι γεμάτη από μικρά ή και μεγαλύτερα κελιά μοναχών ενώ στα Νότια βρίσκεται η Ι.Μ. Κουτλουμουσίου η πρώτη που μπορεί να δει ο νεοφερμένος προσκυνητής και Βόρεια η σκήτη του Αγίου Ανδρέα ή το Σεράι όπως το αποκαλούν. Ένα συγκρότημα τεράστιο που ο μη γνωρίζων μπορεί να το θεωρήσει μοναστήρι.
Αυτό που πρέπει να δει όμως κάποιος οπωσδήποτε είναι το Πρωτάτο. Η κεντρική εκκλησία των Καρυών που φιλοξενεί την θαυματουργή εικόνα του Άξιον Εστί.
Από εδώ λοιπόν αρχίζει η εξερεύνηση της Αθωνικής Πολιτείας που για άλλους είναι τουριστική και για άλλους πνευματική.
Τουριστικώς όλη η Χερσόνησος έχει ενδιαφέρον καθώς το τοπίο είναι σχεδόν παρθένο και η φύση μαγεύει τον ταξιδιώτη.
Αυτό που έχει όμως πραγματικό ενδιαφέρον είναι η πνευματική διάσταση για τον επισκέπτη, που αν επιχειρήσει να εξερευνήσει, θα καταλάβει γιατί κάποιοι άνθρωποι φεύγοντας από εδώ, η ζωή τους αλλάζει για πάντα.
Ο δρόμος που πήραμε περνούσε μέσα από ένα πυκνό δάσος με πανύψηλες, κυρίως καστανιές, που οι αψιδωτές φυλλωσιές τους έκλιναν κάθε οπτική πρόσβαση προς τον ουρανό δημιουργώντας ένα φυσικό τούνελ. Σε κάποια σημεία οι κατηφοριές ήταν πολύ απότομες αναγκάζοντας τον οδηγό να επιλέξει τις πολύ αργές σχέσεις στο αυτόματο κιβώτιο του αγροτικού. Κάποτε βγήκαμε από το «τούνελ» και βρεθήκαμε σε μια διασταύρωση όπου οι χαρακτηριστικές κόκκινες ξύλινες πινακιδούλες μας ενημέρωσαν ότι έπρεπε να πάρουμε την αριστερή διακλάδωση για την Φιλοθέου, αλλιώς θα βγαίναμε στη Σιμωνόπετρα. Λίγο πιο κάτω σε ένα αρκετά μεγάλο ξέφωτο συναντήσαμε το «εργοστάσιο» ξυλείας της μονής στο οποίο έκανε το διακόνιμά του ο μοναχός που μας συνόδευε. Υπήρχε μεταξύ των άλλων και ένας μικρός ζωολογικός κήπος! Κότες, πάπιες, χήνες, γαλοπούλες, 7 μικρά αγριογούρουνα και ένα ζαρκαδάκι.
Σταματήσαμε για λίγο και μέχρι ο μοναχός να τελειώσει κάποιες δουλειές οι υπόλοιποι χαζεύαμε τα αγριογούρουνα και το ζαρκαδάκι. Ειδικά τα παιδιά ξετρελάθηκαν. Τελικά λίγο μετά τις 10 φτάσαμε στο μοναστήρι. Παρκάραμε στο πίσω μέρος της μονής και μπήκαμε από το παραπόρτι των μαγειρείων όπου άφησα και τα καλούδια που είχαν στείλει η μάνα μου και η θεία μου. Από ένα ταψί τυρόπιτα και σπανακόπιτα, κάτι άλλα αρτοσκευάσματα, καφέ και λουκούμια.


Το φαγητό στο Άγιο Όρος είναι μια ιεροτελεστία. Στην τραπεζαρία (τράπεζα) προσέρχονται όλοι μαζί, μοναχοί και επισκέπτες. Υπάρχει ένα τραπέζι στο οποίο κάθονται οι κεφαλές της μονής: ο ηγούμενος, ο αντιπρόσωπος της μονής, ο ιερέας και οι τυχόν καλεσμένοι ιερωμένοι. Ύστερα από μια σύντομη προσευχή κάθονται όλοι για φαγητό εκτός από έναν μοναχό που ανεβασμένος σε έναν άμβωνα διαβάζει πατερικά κείμενα, ιστορίες δηλαδή, από την δράση Αγίων. Καθένας είχε μπροστά του δύο είδη φαγητού. Ένα κανονικό και ένα νηστίσιμο. Ήταν η πρώτη μέρα της νηστείας των Χριστουγέννων με το νέο ημερολόγιο αλλά επειδή οι Αγιορείτες για λόγους παράδοσης ακολουθούν το Βυζαντινό (παλαιό) ημερολόγιο η νηστεία τους δεν είχε αρχίσει ακόμη. Το Άγιο Όρος ακολουθεί για λόγους παράδοσης το Βυζαντινό ημερολόγιο, 13 μέρες πίσω από εμάς, και την Βυζαντινή ώρα. Στο Βυζάντιο η ώρα μετρούσε διαφορετικά απ’ ότι σήμερα. Η νέα μέρα άρχιζε με την δύση του ηλίου. Κατά την δύση του ηλίου λοιπόν στο Άγιο Όρος τα ρολόγια δείχνουν 12 νυκτερινή. Αλλάζουν την ώρα τους κάθε βδομάδα και αυτό τον καιρό γυρίζουν τα ρολόγια τους 6-7 λεπτά πίσω κάθε φορά.
Το κανονικό φαγητό ήταν ένα σουφλέ με αυγά και τηγανιτές πατάτες στο φούρνο και το νηστίσιμο πουρές με ολόκληρα φρέσκα μανιτάρια.. Υπήρχε επίσης ψωμί ολικής άλεσης, σαλάτα, τυρί, φρούτο και κρασί. Όλα πεντανόστιμα λες και έχουν μέσα κάτι μαγικό. 4-5 λεπτά αφού αρχίσαμε να τρώμε, ο ηγούμενος χτύπησε ένα κουδουνάκι και ο μοναχός που διάβαζε τις ιστορίες είπε το «Δι ευχών των αγίων……..» και όλοι κάναμε το σταυρό μας. Μέχρι εκείνη την ώρα κανείς δεν πίνει ούτε νερό ούτε κρασί. Το κουδουνάκι σημαίνει ότι μπορούμε πλέον να πιούμε ότι θέλουμε. Ο μοναχός συνεχίζει να διαβάζει και ο ηγούμενος που βλέπει όλη την τράπεζα, περιμένει να τελειώσει το φαγητό του και ο τελευταίος και χτυπάει πάλι το κουδουνάκι. Ο μοναχός σταματάει το διάβασμα κατεβαίνει από τον άμβωνα και πάει προς τον ηγούμενο ο οποίος του δίνει μια φέτα ψωμί και ένα ποτήρι κρασί. Ακολουθεί μια σύντομη προσευχή την οποία ψέλνουμε όλοι μαζί κατά τη διάρκεια της οποίας δύο μοναχοί, ο ένας κρατώντας ένα θυμιατό χειρός με κουδουνάκια, που όμοιό του δεν έχω δει σε εκκλησίες και ο άλλος κρατώντας ένα μικρό κομμάτι ψωμί σαν αντίδωρο περνάνε μπροστά από όλους μας προτάσσοντας το αντίδωρο από το οποίο τσιμπολογάς ένα ψιχουλάκι. Μετά από αυτό αποχωρεί πρώτος ο ηγούμενος με τη συνοδεία του και στέκεται στην έξοδο περιμένοντας όλους να περάσουν από μπροστά του για να τους ευλογήσει. Όλοι μαζί πάμε στην εκκλησία όπου πραγματοποιείται η τελευταία ακολουθία της ημέρας το απόδειπνο το οποίο κρατάει περίπου μισή ώρα. Το πρώτο μισό της ακολουθίας πραγματοποιείται στο δεύτερο μισό του ναού. Ο τείχος που χωρίζει το ναό στη μέση έχει την διάταξη του τέμπλου με κεντρική είσοδο σαν την ωραία πύλη και δύο πλαϊνές εισόδους, η δε αγιογράφησή του ακολουθεί αυτήν του τέμπλου. Όταν τελείωσε και το απόδειπνο ο ιερέας μας προέτρεψε να περιμένουμε για να προσκυνήσουμε τα κειμήλια της μονής. Τίμιο ξύλο, λείψανα αγίων και το πιο εντυπωσιακό, το δεξί χέρι του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, σε σχήμα ευλογίας, άφθαρτο με τη σάρκα. Οι περισσότεροι αμέσως μετά είδαμε από κοντά την Γλυκοφιλούσα και ειδικά την πίσω ζωγραφισμένη πλευρά που απεικονίζει τη σταύρωση. Η εικόνα είναι μεγάλη της τάξεως του 1,5 μέτρου ύψους και ένας άνθρωπος δύσκολα μπορεί να την μετακινήσει. Είναι ενσωματωμένη στο αριστερό προσκυνητάρι του ναού και μπορείς να δεις την πίσω όψη της (Σταύρωση), από ένα τζαμάκι στα αριστερά. Η Σταύρωση είναι αρκετά φθαρμένη, αλλά όχι τόσο που να μην γίνεται σαφές το θέμα της και τα πρόσωπα που απεικονίζει.
Ήταν περασμένες 4 και το πρόγραμμα πλέον ήταν ελεύθερο. Άλλες φορές που ήρθα στο μοναστήρι, κυρίως το καλοκαίρι, αυτή την ώρα και μέχρι τη δύση του ηλίου μας μιλούσε συνήθως ο Πατήρ Λουκάς. Ένας πραγματικά σοφός γέροντας που οι ομιλίες του σε μαγεύουν και οι τοποθετήσεις του σε διάφορα ζητήματα σε αφήνουν άναυδο. Αυτή τη φορά δεν βρήκα κάποιον γέροντα να μιλάει και μαζί με τους υπόλοιπους προσκυνητές βγήκαμε έξω από το μοναστήρι και καθίσαμε κάτω από μια τεράστια φλαμουριά, σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, συζητώντας περί ανέμων και υδάτων και αγναντεύοντας βορειοανατολικά τη θάλασσα και τη μονή Σταυρονικήτα. Η ώρα περνάει γρήγορα και στις 5:10 που έδυε ο ήλιος, 12η νυχτερινή για τους Αγιορείτες, μπήκαμε μέσα στο μοναστήρι γιατί οι πόρτες κλείνουν και αποσυρθήκαμε σιγά σιγά στα δωμάτιά μας για ύπνο.
Στο Άγιο Όρος ο ύπνος είναι διαφορετικός. Πιο βαθύς. Πιο ήρεμος. Ίσως να φταίει ο καθαρός αέρας, η μυρωδιά του δάσους, ίσως και η αγιότητα του τόπου. Έτσι στις 1:15 που χτύπησε το σήμαντρο ξύπνησα αμέσως. Το δωμάτιο είχε μια γλυκιά ζεστασιά και δεν σου έκανε κέφι να σηκωθείς από το κρεβάτι. Λίγο αργότερα χτύπησε και η καμπάνα. Σηκώθηκα και άνοιξα την κουρτίνα. Παρά την ομίχλη, η νύχτα ήταν φωτεινή. Το δωμάτιό μου έβλεπε νοτιοδυτικά προς το βουνό. Η κορυφογραμμή του διακρίνονταν καθαρά. Ξάπλωσα πάλι αγναντεύοντας προς τη βουνοκορφή και τον ουρανό. Μοιραία αρχίζεις να προσεύχεσαι. Να ζητάς. «Ζητήστε και θα λάβετε» μας προτρέπει το ευαγγέλιο. Τι να ζητήσεις; Υγεία είναι το πρώτο πράγμα που σου έρχεται στο μυαλό. Να είναι υγιή τα παιδιά μου. Και οι γονείς και τ’ αδέλφια μας. Και εγώ και η σύζυγος. Και να μεγαλώνουμε τα παιδιά μας σωστά. Με ήθος και αρχές. Να τα καμαρώνουμε όταν μεγαλώσουν. Όπως πιστεύω μας καμαρώνουν και οι γονείς μας. Άραγε πόσοι άλλοι προσκυνητές δεν έχουν προσευχηθεί πίσω από αυτό το παράθυρο. Πόσα αιτήματα προς Αυτόν που έχει τη δύναμη να τα εκπληρώσει. Τις σκέψεις μου διέκοψε ένα χτύπημα στην πόρτα και η φωνή του μοναχού που μας ενημέρωνε ότι ο Όρθρος έχει αρχίσει. Ντύθηκα, πλύθηκα και κατέβηκα στην εκκλησία.


Η Αγία Μαρίνα είναι ένας πολύ παλιός Βυζαντινός ναός πάνω στην παλαιά εθνική οδό Θεσσαλονίκης Καβάλας. Από το δρόμο φαίνεται μόνο η χαρακτηριστική πέτρινη σκεπή της. Σταματάει πολύς κόσμος εδώ για ν’ ανάψει ένα κεράκι. Μετά και την απαραίτητη αυτή στάση ξεκίνησα για το σπίτι στο οποίο έφτασα κατά τις 4.
Παρ’ ότι η επίσκεψη στο Άγιο Όρος ήταν αστραπή και αρκετά κουραστική, γύρισα αναζωογονημένος, αισιόδοξος, και πιο δυνατός. Παλαιότερα πήγαινα στο Άγιο Όρος 3-4 φορές το χρόνο. Τα τελευταία 5 χρόνια δεν πήγα καθόλου. Έτσι αυτή η επίσκεψη ανακάλεσε στη μνήμη μου τις ιστορίες που έχω ακούσει τόσες φορές στο Άγιο Όρος. Τις ομιλίες σοφών γερόντων που μοναδικό τους μέλημα είναι η ανάπαυση της ψυχής του ακροατών τους. Τις συζητήσεις με χαρισματικούς και ταπεινούς ανθρώπους που δεν ζητούν τίποτε. Δεν επιδιώκουν ούτε καν το θαυμασμό μας. Που σου παρέχουν αφειδώς τροφή για σκέψεις και προβληματισμό. Που προσπαθούν να σου μεταδώσουν τα βιώματα και τις εμπειρίες τους. Που δεν ενδιαφέρονται για υλικά αγαθά και απολαύσεις. Που αδιαφορούν για αξιώματα και δόξα. Που αναπαύονται και ως έσχατοι των ταπεινών. Που σου προσφέρουν ακόμη και ότι δεν θα τολμούσες να ζητήσεις. Που σου ανοίγουν την πόρτα του περιβολιού για να μπεις και να θαυμάσεις τους ωραιότερους καρπούς. Που σε προτρέπουν να πάρεις και να γευτείς όποιους θέλεις. Που σου προσφέρουν την ωραιότερη τροφή για να νικήσεις την πείνα σου.Γιατί στο περιβόλι θέλουν να νοιώθεις ότι όλοι οι καρποί είναι δικοί σου. Ότι και το περιβόλι είναι δικό σου. Γιατί οι καρποί είναι ανεξάντλητοι. Γιατί αυτό το περιβόλι δεν είναι σαν τα άλλα που ξέρουμε. Είναι το ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου